Κυριακή 28 Φεβρουαρίου 2010

1

ακόμα θυμάμαι
Το σκηνικό με τον λαμπρο το χοντρό και τον αλλονα, το νικολακη τον αλλοιθωρο που τελικα μας τη βγηκε και επιληπτικος, αλλα τοτε δε χαμπαριαζαμε απο τετοια, γιατι υπηρχανε κατι καλοκαιρια που τρεχαμε σα κανιβαλοι κατω απο τον καυτο ηλιο με τα θαμνακια της ριγανης να παλευουνε με τη θαλασσιλα ποιος θα τρυπωσει πρωτος στα ρουθουνια μας, κουβαλωντας ενα χοντρο καραβοσκοινο για να γαμησουμε λεει τις γκομενες και ιστοριες.
καθε πεμπτη και στις δωδεκα η ωρα ακριβως εσκαγε μυτη η μερσεντές. η μερσεντές ηταν ενα μαύρο πράγμα που μεσα ειχε το γέρο του νικολάκη και το ντόμπερμαν, αν και καμια φορα ήτανε κομματι δυσκολο να πεις ποιός ειναι ποιός. ο ντόμπερμαν ειχε τη γυναικα του (μια γαλότσα της τελευταίας τάξεως, που ομως καπου ητανε καλοκαρδη και αγαθιαρα η κακομοίρα και τη λυποταν η ψυχη μου) σπιτι να ανατρεφει το βλασταρι τους το μαλακα το νικολακη και στο αμαξι στορογγυλοκαθωταν η γκομενα, ξανθια κατα προτιμηση και να βαραει χαιρετουρες ά λα πρωθουπουργος στο μεσα προς τα εξω μοτίβο σα βλημα.
τωρα ειναι καταμεσημερο, ο νικολακης ειναι δεμενος σ'ενα χτικιαρικο πευκο και αλλοιθωριζει στον ηλιο μηπως και τον μπερδεψει και δεν του κανει τη μαπα φλαμπέ.
και ακομα με τρομαζει ο καργιολης με τα ουρλιαχτα του στιλ ίβιλ ντέντ δύο τα βραδυα οταν με ξυπναει το κουδουνισμα πισω απ το κεφαλι μου και καθομαι παγωμενος να τον βλεπω να παλευει, ενω στ'αυτια μου ηχει η φυσαρμονικα του σόννυ μπόυ (σίνιορ, ο τζουνιορ δε φτουράει μία).
το κουδουνισμα ειναι ο λεβητας του καλοριφέρ, που καπου το αποφασισε πως ηθελε να γινει ατμομηχανη οταν ηταν μικρο -καπου το 50 δηλαδη- οταν οι μύγες στα χωματινα σταυροδρομια της αμερικάνικης νύχτας, καπου κοντα στην ουτσίτα, φτερούγιζαν ακόμα στο σαξόφωνο του Τσάρλι και την πιανάρα του Ντιούκ, και τελοσπαντων μου ζαλιζει τ'αρχιδια κατι βραδυα που πεταγομαι με στόμα σόλα αρβύλας και φυσαρμόνικες στ'αυτιά.

1 σχόλιο: